Παρασκευή 21 Αυγούστου 2015

Ναός Αχειροποιήτου, Θεσσαλονίκη

πηγή

Βρίσκεται στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, επί της οδού Αγίας Σοφίας, επάνω από το ύψος της Εγνατίας στην πλατεία Μακεδονομάχων. 


Η χρονολογία ανέγερσης τοποθετείται γύρω στα μέσα του 5ου αιώνα ενώ το μνημείο υπέστη αρχιτεκτονικές επεμβάσεις ήδη από τον 7ο αιώνα, ενώ μια ακόμα σημαντική φάση επεμβάσεων χρονολογείται στα όψιμα βυζαντινά χρόνια (14 - 15ος αιώνα). Η βασιλική αναφέρεται στις γραπτές πηγές ως ο ναός της Παναγίας Θεοτόκου και μάλιστα ως ο μεγάλος ναός της Θεοτόκου. 

Η επωνυμία Αχειροποίητος μαρτυρείται για πρώτη φορά σε έγγραφο του 1320 και σε χρυσόβουλο έγγραφο του αυτοκράτορα Μιχαήλ Θ, με το οποίο δωρίζονταν σπίτια της περιοχής στη Μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους ενώ πρέπει να σχετίζεται με τη λατρευτική εικόνα της Παναγίας Δεομένης που υπήρχε στο ναό και η οποία πιστεύεται ότι την ζωγράφισαν άγγελοι. Το 1345, σφαγιάστηκαν στο εσωτερικό του ναού Ζηλωτές της Θεσσαλονίκης. 

Άποψη της δυτικής πλευράς του ναού
πηγή
Φαίνεται ότι μέχρι τον 14ο και 15ο αιώνα η λιτανευτική πομπή την παραμονή της εορτής του Αγίου Δημητρίου περνούσε από το ναό της Αχειροποιήτου, καθώς η λατρεία του πολιούχου της πόλης ήταν συνδεδεμένη με τη λατρεία της Παναγίας.

Ο ναός κτίσθηκε επάνω στα ερείπια ενός ρωμαϊκού λουτρού (βαλανείο),  ενώ παλαιότεροι συγγραφείς και περιηγητές πίστευαν ότι στη θέση του βρισκόταν στην αρχαιότητα ναός της Θερμαίας Αφροδίτης του οποίου αποκαλύφθηκαν τρία επάλληλα δάπεδα κάτω από το βόρειο κλίτος της βασιλικής. Η έκταση που καταλαμβάνουν τα ερείπια του λουτρώνα δείχνουν ότι επρόκειτο για ένα από τα σημαντικότερα δημόσια κτίρια της Θεσσαλονίκης. 

Μαρμάρινοι κίονες στον Ναό
Μαρμάρινοι κίονες στον Ναό
Μαρμάρινοι κίονες στον Ναό


Άποψη της ανατολικής πλευράς του ναού
πηγή
H βασιλική της Αχειροποιήτου κατέλαβε μόνο ένα τμήμα του προγενέστερου κτίσματος, ενώ το ανατολικό και βόρειο τμήμα του λουτρώνα παρέμεινε σε χρήση και μετά την ανέγερσή της.

Η Αχειροποίητος εντάσσεται στον τύπο της τρίκλιτης ξυλόστεγης βασιλικής με υπερώα, η οποία καταλήγει στα ανατολικά σε ημικυκλική αψίδα ενώ στα δυτικά υπάρχει νάρθηκας και διασώζονται ίχνη του εξωνάρθηκα. 

Ένα τρίβηλο τοξωτό άνοιγμα αποτελεί τη κύρια είσοδο από τον νάρθηκα προς τον κυρίως ναό και τα τρία κλίτη του κυρίως ναού χωρίζονται μεταξύ τους με κιονοστοιχίες ενώ το βόρειο κλίτος απολήγει στην ανατολική πλευρά του στο μεσοβυζαντινό παρεκκλήσι της Αγίας Ειρήνης.

Λεπτομέρεια από τη βόρεια όψη του ναού
πηγή
Στη βορειοδυτική γωνία της βασιλικής σώζεται το κλιμακοστάσιο που οδηγούσε στα υπερώα και στην νότια πλευρά υπάρχει ένα μνημειακό πρόπυλο, το οποίο συνέδεε πιθανώς τη βασιλική με την κεντρική αρτηρία της βυζαντινής πόλης, την Λεωφόρο. 

Ένα πρόσκτισμα επίσης στη νότια πλευρά θεωρείται το βαπτιστήριο της βασιλικής. 

Από τον πλούσιο γλυπτό αρχιτεκτονικό διάκοσμο της βασιλικής ξεχωρίζουν τα σύνθετα ιωνικά «θεοδοσιανά» κιονόκρανα, τα οποία χρονολογούνται στα μέσα του 5ου αιώνα και αποτελούν προϊόντα των εργαστηρίων της Κωνσταντινούπολης, καθώς και οι κίονες του τριβήλου λαξευμένοι σε θεσσαλικό μάρμαρο (verde antico). 

Λεπτομέρεια της χαρακτηριστικής τοιχοποιίας του ναού
πηγή
Μεγάλες πλάκες προκονήσιου μαρμάρου καλύπτουν το δάπεδο του κεντρικού κλίτους. Στην ίδια περίοδο θα πρέπει να τοποθετηθούν και τα υψηλής ποιότητας ψηφιδωτά του ναού που σώζονται στα εσωράχια των κιονοστοιχιών του ισογείου και του νότιου υπερώου, στο νάρθηκα και στο παράθυρο του δυτικού τοίχου.

Εικονίζονται σταυροί, αγγεία με νερό, πουλιά, καρποί, ψάρια και άλλα θέματα με θρησκευτικό συμβολισμό σε συμμετρική διάταξη. 

Η ταύτιση του κτήτορα των ψηφιδωτών Ανδρέου, που αναφέρεται στα εσωράχια του κεντρικού και νότιου τόξου του τριβήλου, με τον ιερέα Ανδρέα που πήρε μέρος στην Σύνοδο της Χαλκηδόνας το 451 ως εκπρόσωπος του αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, εναρμονίζεται με τη χρονολόγηση των ψηφιδωτών μετά τα μέσα του 5ου αιώνα. 

Από τα ψηφιδωτά αυτά έχουν διασωθεί λίγες διακοσμητικού χαρακτήρα παραστάσεις, οι οποίες διακρίνονται για την υψηλή ποιότητα εκτέλεσης. Συνθέσεις όπως αυτές που κοσμούν τα εσωρράχια των τόξων του τριβήλου χαρακτηρίζονται από την τάση απόδοσης ενός ειδυλλιακού κλίματος σε συνδυασμό με τον χριστιανικό συμβολισμό.

Άποψη των τοιχογραφιών του ναού
πηγή
Οι λίγες τοιχογραφίες που σώζονται σε κακή κατάσταση στο νότιο κλίτος της βασιλικής χρονολογούνται στις πρώτες δεκαετίες του 13ου αιώνα.

Οι στρατιωτικοί άγιοι που απεικονίζονται κατά παράταξη, ολόσωμες μορφές εναλλάσονται με μορφές σε προτομή, αποτελούν μέρος της παράστασης των Σαράντα Μαρτύρων της Σεβάστειας που μαρτύρησαν επί αυτοκράτορος Λικινίου.

Ολόσωμες μορφές πάνω από τους κίονες εναλλάσσονται με προτομές μαρτύρων στην επιφάνεια του τοίχου πάνω από την κορυφή κάθε τόξου.

Όλοι εικονίζονται με στρατιωτική ενδυμασία και κρατούν το σταυρό στο δεξί τους χέρι, σύμβολα του μαρτυρικού τους θανάτου. Οι τοιχογραφίες κτυπήθηκαν με σφυρί από τους Τούρκους για να καλυφθούν με σοβά όταν η ναός μετατράπηκε σε τζαμί και παρά την ζημία που υπέστησαν είναι καλά διατηρημένες
.

Ψηφιδωτό: Κληματσίδες που ξετυλίγονται μέσα από μεγάλα αγγεία και πουλιά
 που τσιμπολογούν σταφύλια δημιουργούν παραδείσια ατμόσφαιρα στο νότιο τόξο του τριβήλου

πηγή
Άποψη των ψηφιδωτών
πηγή

Η εγχάρακτη επιγραφή του Μουράτ Β
πηγή
Η Αχειροποίητος είναι ο πρώτος χριστιανικός ναός που μετατράπηκε σε τζαμί αμέσως μετά την άλωση της πόλης στα 1430 από τον σουλτάνο Μουράτ B, και παρέμεινε το επίσημο τέμενος των κατακτητών καθόλη την διάρκεια της τουρκοκρατίας, γνωστό με το όνομα 'Εσκι Τζουμά Τζαμί (δηλαδή τζαμί της παλιάς προσευχής της Παρασκευής), με συνέπεια οι Έλληνες να αποκαλούν για αιώνες το ναό με το όνομα της Αγίας Παρασκευής. 

Ο ίδιος ο Σουλτάνος Μουράτ Β επισκέφθηκε την εκκλησία και διέταξε να χαραχθεί η ανάγλυφη επιγραφή που υπάρχει στην Δυτική πλευρά του ναού στην επιφάνεια ενός εκ των μαρμάρινων κιόνων, πρόκειται για μια φράση που είναι ευανάγνωστη ακόμη και σήμερα: «Ο Σουλτάνος Μουράτ ΄Β κατέκτησε την Θεσσαλονίκη το 833 (1430)».

Άποψη του Ναού
πηγή
Ο Ναός παρέμεινε μουσουλμανικό τέμενος μέχρι και την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912, ενώ στη συνέχεια προτάθηκε η χρήση του κτηρίου για τη στέγαση του πρώτου βυζαντινού μουσείου, μία σημαντική πρόταση που όμως δεν υλοποιήθηκε ποτέ. 

Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου ο Ναός της Αχειροποίητου στέγασε διάφορες οικογένειες προσφύγων και μάλιστα το 1919 το εσωτερικό της φωτογραφήθηκε και από τον Ελβετό φιλέλληνα Φρεντερίκ Μπουασονά ως καταυλισμός προσφύγων. 

Οι πρόσφυγες μάλιστα από την Ραιδεστό της Ανατολικής Θράκης μετέφεραν και εναπόθεσαν στον Ναό της Αχειροποιήτου την ιστορική και σημαντική εικόνα της Παναγίας της Ρευματοκρατόρισσας ή Ρευματοκράτειρας που διέσωσαν από την ιδιαίτερη πατρίδα τους. 

Άποψη του εσωτερικού του Ναού

Άποψη του εσωτερικού του Ναού


Παναγία η Ρευματοκρατόρισσα
Τελικά, ο ναός της Παναγίας Αχειροποιήτου αποδόθηκε εκ νέου στη χριστιανική λατρεία το 1930.

Σε αντίθεση όμως με τον κυρίως ναό που δέχθηκε αρκετές μετατροπές και πολλές επεμβάσεις κατά την διάρκεια των 7ου – 8ου αλλά και των 14ου – 15ου αιώνα, οι αναστηλώσεις και οι συντηρήσεις που ακολούθησαν δεν υπήρξαν το ίδιο εκτεταμένες και αποτελεσματικές όπως αυτές που εφαρμόστηκαν στα κτίσματα της Άγιας Σοφίας και του Αγίου Δημητρίου.

Στις μέρες μας, εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης του ναού και των τοιχογραφιών πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1910 και του 1920 αλλά και μετά τους καταστροφικούς σεισμούς του 1978 ενώ τ
ο 2011 το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο ενέκρινε την μελέτη συντήρησης του τοιχογραφικού διάκοσμου.

Το μνημείο συγκαταλέγεται σήμερα ανάμεσα στα καλύτερα διατηρημένα και πιο σημαντικά παραδείγματα της τυπικής ξυλόστεγης βασιλικής με υπερώα της πρωτοβυζαντινής περιόδου και το 1988 εντάχθηκε δικαιωματικά στον μακρύ κατάλογο μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.


Τηλέφωνο Ναού: (+30) 2310 227369